Αγαπητά μέλη της Ανεξάρτητης Δημοκρατικής Πατριωτικής Κίνησης Εκπαιδευτικών,

Διάβασα τις προτάσεις για την εκπαίδευση και συμφωνώ σχεδόν με όλες.

Με κάποια μικρή καθυστέρηση –περίοδος διαγωνισμάτων γαρ! – σας στέλνω κι εγώ κάποιες ιδέες μου για το πολύπαθο μάθημα της ιστορίας, ως φιλόλογος ΠΕ 02 με 15 χρόνια υπηρεσίας και απόφοιτος τμήματος Ιστορίας –Αρχαιολογίας.

Α. Ιστορία και β΄ αναθέσεις:

Για πρώτη φορά φέτος το Υπουργείο παιδείας απέστειλε χωριστά τις οδηγίες διδασκαλίας της ιστορίας σε Γυμνάσιο -Λύκειο από αυτές των υπόλοιπων φιλολογικών μαθημάτων. Η ενέργεια αυτή έχει τη σημασία της: για το Υπουργείο Παιδείας της παρούσας κυβέρνησης η ιστορία προφανώς ΔΕΝ αποτελεί φιλολογικό μάθημα, αλλά μπορεί να τη διδάσκει η κάθε ειδικότητα: καθηγητές γαλλικής, γερμανικής, αγγλικής φιλολογίας, θεολόγοι, κοινωνιολόγοι κ.α. Αυτό που επιτυγχάνεται με αυτόν τον τρόπο είναι η λύση στο πρόβλημα της διάθεσης διδακτικών ωρών για αυτές τις ειδικότητες -πρόβλημα που το ίδιο το υπουργείο –προηγούμενων κυβερνήσεων – δημιούργησε, με τη μείωση των ωρών του διδακτικού τους αντικειμένου. Ωστόσο, σε δεύτερη μοίρα μπαίνει το γεγονός της υποβάθμισης του μαθήματος της ιστορίας, ειδικά στην περίπτωση που σε κάποιο σχολείο ο φιλόλογος είναι απόφοιτος τμήματος Ιστορίας – Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής και δεν του δίνεται η ιστορία! Αλήθεια, ποιος θα πήγαινε σε έναν οφθαλμίατρο για να εξετάσει την οδοντοστοιχία του; Σε έναν παιδίατρο για προβλήματα καρδιάς μήπως; Κάπως έτσι σκεπτόμενοι οι «σοφοί» του Υπουργείου Παιδείας, λογαριάζοντας μόνο τους αριθμούς -ελέω μνημονίου -, είπαν ας τη δώσουμε την ιστορία σε όποιον λάχει και από δω πάνε και άλλοι, χωρίς εν τέλει να εξετάζουν τον αντιπαιδαγωγικό χαρακτήρα της απόφασής τους και το κακό που θα προξενήσουν στη μόρφωση εκατοντάδων χιλιάδων μαθητών. Γιατί, κακά τα ψέματα, ειδικά στα Γυμνάσια, η πλειονότητα των ωρών διδασκαλίας της ιστορίας διδάσκονται πλέον από άλλες ειδικότητες πλην των φιλολόγων. Ειδικά για φιλολόγους -αποφοίτους ιστορίας -αρχαιολογίας, αυτό ισοδυναμεί με το να έχεις έναν χημικό στο σχολείο, αλλά να δίνεις τη χημεία ως αντικείμενο διδασκαλίας στον…οικονομολόγο. Με το «καλημέρα» φέτος διευθυντές σχολείων απαίτησαν οι φιλόλογοι να αφήσουν στην άκρη την ιστορία στα Γυμνάσια –και σε αρκετές περιπτώσεις και στην Α΄ Λυκείου –με αποτέλεσμα να εξαναγκάζονται συνάδερφοι φιλόλογοι να πάρουν ως και πέντε (!) δίωρα εκθέσεων για να καλύψουν τις ώρες. Αν αυτό δεν είναι αντιπαιδαγωγικό, τότε τι είναι;

Μα, είναι αντισυναδερφική συμπεριφορά, θα πει κάποιος, οι συνάδερφοι των άλλων ειδικοτήτων θα μείνουν χωρίς ώρες. Δεν είμαι ανάλγητος. Αντιλαμβάνομαι απολύτως το πρόβλημα και την αγωνία των συναδέρφων να βρουν ώρες, άλλωστε, ως φιλόλογοι, έχουμε βοηθήσει στο παρελθόν αντίστοιχους συναδέρφους. Αντί, όμως, να κατηγορούμαστε για αναλγησία, δε θα έπρεπε να αναζητήσουμε από κοινού μία λύση; Αυτή θα μπορούσε να είναι:

α. Η ενίσχυση των ωρών διδασκαλίας ξένων γλωσσών με την παράλληλη δυνατότητα κατοχύρωσης πιστοποιητικού γλωσσομάθειας εντός σχολείου, ισοδύναμου των Proficiency, Sorbonne, και ούτω καθεξής. Κυκλοφόρησε αυτό ως ιδέα, πρόσφατα επανήλθε και πάλι στην επικαιρότητα με δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας, γιατί δεν υλοποιείται τάχιστα;

β. Η διάθεση ωρών σε γραμματειακή υποστήριξη. Υπάρχουν πολλές γραμματειακού χαρακτήρα δουλειές -με το έωλο σύστημα των μαθητικών απουσιών την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση, με το υπουργείο και σε αυτό να σφυρίζει αδιάφορα – τις οποίες θα μπορούσαν να αναλάβουν, συμπληρωματικά, οι συνάδερφοι αυτοί.

γ. Η διάθεση των εκπαιδευτικών αυτών καί στα δημοτικά, προκειμένου να διδάξουν και εκεί το δικό τους αντικείμενο. Αρκεί να θέλουν και οι ίδιοι, βέβαια… Γιατί, εν τέλει, αλίμονό μας, αν για τα επόμενα 10-15 χρόνια η διδασκαλία της ιστορίας γίνει αποκλειστικό έργο των ξενόγλωσσων κ.α. ειδικοτήτων. Χωρίς να αρνούμαι ότι υπάρχουν και λίγες εξαιρέσεις, η ισοπέδωση θα είναι πλήρης.

δ. Επειδή το πρόβλημα θέλει άμεση λύση –αν και για φέτος είναι ήδη αργά, η ζημιά έχει ήδη γίνει – θα πρότεινα ακόμη και το εξής: προσθήκη μιας ώρας διδασκαλίας στην ιστορία Α, Β, Γ Γυμνασίου και Α Λυκείου ως «πηγές από τη διεθνή βιβλιογραφία». Οι δύο συνάδερφοι, ο φιλόλογος και ο ξένης φιλολογίας –γιατί σε αυτούς εντοπίζεται κυρίως το πρόβλημα της διάθεσης ωρών – συνεργάζονται για την επιλογή ιστορικών παραθεμάτων –πηγών – στην πρωτότυπη γλώσσα –αγγλική, γερμανική, γαλλική – με το φιλόλογο να είναι αυτός που αποφασίζει την τελική επιλογή της πηγής και να δίνει τις οδηγίες επεξεργασίας της. Ο ξενόγλωσσος συνάδερφος αναλαμβάνει να εξομαλύνει το κείμενο γλωσσικά –και πάντα ανάλογα με το επίπεδο γλωσσομάθειας, την τάξη των μαθητών κ.α. κριτήρια που αυτός γνωρίζει καλύτερα – και στη συνέχεια γίνεται η επεξεργασία της πηγής, είτε μαζί με το φιλόλογο (συνδιδασκαλία) είτε χωρίς, με προσθήκη κατάλληλων ασκήσεων κ.λπ. προκειμένου να διδαχθούν τα κείμενα και στο πλαίσιο διδασκαλίας μιας ξένης γλώσσας.

ε. Το ίδιο ακριβώς μπορεί να γίνει και με τη διδασκαλία της λογοτεχνίας: μια ώρα διδασκαλίας «Παγκόσμιας λογοτεχνίας» στο πρωτότυπο -που βέβαια στην πράξη θα είναι αγγλική, γαλλική, γερμανική –με την ευθύνη εδώ να είναι αποκλειστικά των συναδέρφων των αντίστοιχων ειδικοτήτων. Στο λύκειο, αφού χάθηκε η μία ώρα διδασκαλίας λογοτεχνίας στη Γ΄ Λυκείου, προτείνεται να επανέλθει ως η ώρα της «παγκόσμιας Λογοτεχνίας».

Ο συνδυασμός των παραπάνω προτάσεων, μέχρι να κτιστεί ένα πλαίσιο διδασκαλίας των ξένων γλωσσών με πλήρες ωράριο και χωρίς πονηρές δεύτερες αναθέσεις σε βάρος του μαθήματος της ιστορίας και των συναδέρφων φιλολόγων, θεωρώ ότι μπορεί να δώσουν μια προσωρινή λύση. Όσο για τους συναδέρφους των ξένων φιλολογιών, σημειώνω πως υπάρχουν και πολλοί συνάδερφοι –φιλόλογοι κάτοχοι διπλωμάτων γλωσσομάθειας αγγλικών, γερμανικών, γαλλικών επιπέδου Γ2, με πραγματικά άριστη γνώση της αντίστοιχης ξένης γλώσσας, οι οποίοι ωστόσο δεν διεκδικούν δάφνες διδασκαλίας. Ας υπάρχει και κάποια συστολή.

Τέλος, επειδή…ελέω αριθμών και πάλι θα μπορούσε κάθε καλοπροαίρετος σχεδιασμός να εγκαταλειφθεί, προτείνω, ως θέση για ένα εκπαιδευτικό κίνημα που σέβεται το χαρακτήρα του πατριωτικού και το αντικείμενο της ιστορίας, την ιδέα για θεσμοθέτηση ειδικότητας ιστορικού στη Μέση Εκπαίδευση, όπως γίνεται σε κάθε χώρα που σέβεται τη μόρφωση των παιδιών της. Είναι ανεπίτρεπτο να μην υπάρχει ο ιστορικός στη Μέση εκπαίδευση και να λεηλατείται κυριολεκτικά το μάθημα της ιστορίας από άλλες ειδικότητες. Η ιστορία δεν είναι γυμναστική ή οικοκυρικά, είναι μάθημα αυξημένης βαρύτητας, διαμορφώνει κριτική σκέψη, γνώση του κόσμου και εθνική συνείδηση, έχει αυξημένες απαιτήσεις και δυσκολίες, ΔΕΝ είναι να την αναθέτουμε στον οποιοδήποτε, ίσως ούτε και στον κλασικό φιλόλογο. Μπροστά στην ισοπέδωση της πολτοποίησης της γνώσης, στην οποία μας οδηγούν οι επιλογές της παγκοσμιοποίησης και του Υπουργείου Παιδείας, οφείλουμε να προτάξουμε τη στέρεη γνώση των ειδικών, που, στο κάτω –κάτω της γραφής, είναι άνθρωποι που επέλεξαν να σπουδάσουν ιστορία –αρχαιολογία, έχουν ασύγκριτα περισσότερες γνώσεις και δεξιότητες από τους υπόλοιπους συναδέρφους στο αντικείμενο και – το κυριότερο – το αγαπούν και το διδάσκουν με μεράκι και όχι κατ’ ανάγκην.

Επομένως, θα πρότεινα, ως πρώτο βήμα, την υπαγωγή στη νέα ειδικότητα του ιστορικού όσων ενεργών συναδέρφων φιλολόγων είναι ταυτόχρονα και απόφοιτοι τμημάτων Ιστορίας –Αρχαιολογίας. Αν εξακολουθεί να υπάρχει κενό, θα πρότεινα το διορισμό ιστορικών με τη διαδικασία του Α.Σ.Ε.Π. από τμήματα Ιστορίας –Αρχαιολογίας, έτσι ώστε, -επιτέλους – να μπει «νέο αίμα» στο γερασμένο προσωπικό της δευτεροβάθμιας. Οι συνάδερφοι ιστορικοί θα προηγούνται έναντι όλων για το μάθημα της ιστορίας, έχοντάς το αποκλειστικά ως πρώτη ανάθεση και θα διατηρήσουν ως β΄ ανάθεση φιλολογικά μαθήματα, όπως η Γλώσσα ή τα Αρχαία. Αντίστοιχα, οι φιλόλογοι θα διατηρήσουν την ιστορία ως β΄ ανάθεση και κανείς άλλος πέρα από αυτούς. Μέχρι να συντελεστούν τα παραπάνω, θα πρότεινα, από την επόμενη χρονιά, την σε κάθε περίπτωση προτεραιότητα στο μάθημα της ιστορίας για όλους όσους είναι απόφοιτοι τμημάτων ιστορίας –Αρχαιολογίας. Η καθιέρωση της ειδικότητας του ιστορικού, θα πρέπει να συνδυαστεί και με μια αύξηση των ωρών διδασκαλίας της ιστορίας: α. επαναφορά της διδασκαλίας τοπικής ιστορίας στη Γ΄ Γυμνασίου β. αύξηση των ωρών διδασκαλίας στην Α΄ Λυκείου σε τρεις, με ταυτόχρονη αφαίρεση μιας ώρας από το 5ωρο των αρχαίων (αν δεν βρεθεί άλλος τρόπος).

 

Β. Ιστορία Κατεύθυνσης Γ΄ Λυκείου:

Πρόκειται για ένα από τα πλέον προβληματικά βιβλία ιστορίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος (μαζί, βέβαια, με την Ιστορίας γενικής Παιδείας Γ΄ Λυκείου, που όμως δε θα μας απασχολήσει εδώ). Και τούτο διότι:

Α. σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αποτελεί την ύλη των πανελληνίων εξετάσεων, κυριολεκτικά «πνίγει» το μαθητή σε ένα σωρό ανούσιες πληροφορίες και λεπτομέρειες που καλείται να αποστηθίσει (και την επομένη των πανελλαδικών….θα ξεχάσει), όπως η αξία των εισαγωγών και εξαγωγών της χώρας σε εκατομμύρια δραχμές κατά το έτος 1851 (σελ. 18), πόσα εκατομμύρια στρέμματα διανεμήθηκαν μεταξύ των ετών 1870-1911 (σελ. 25), πόσες έδρες κέρδισαν οι Φιλελεύθεροι του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου 1910 (σελ. 90), ή τις θέσεις αναλυτικά των Ορεινών, Πεδινών, του Εθνικού Κομιτάτου και των Εκλεκτικών (σελ. 77).

Β. το κυριότερο, η επιλογή ορισμένων θεμάτων του βιβλίου, -διότι πρόκειται για θεματική ιστορία –είναι κατά τη γνώμη μου λανθασμένη. Σωστή επιλογή αποτελεί το κεφάλαιο «Από την αγροτική οικονομία στην αστικοποίηση» διότι, για πρώτη φορά, διδάσκεται συστηματικά η οικονομική ιστορία της χώρας. Θα μπορούσαν να αφαιρεθούν ανούσιες λεπτομέρειες, να προστεθούν κεφάλαια για την πιο πρόσφατη οικονομική πορεία της χώρας με στόχο την επικαιροποίηση του μαθήματος έτσι ώστε να έχουμε περισσότερα οφέλη. Από το κεφάλαιο για τα κόμματα (στο οποίο είναι σαφής η διάθεση να προβληθεί η προσωπικότητα του Βενιζέλου, όπως άλλωστε και στο Κρητικό Ζήτημα), λίγες μόνο ενότητες έχουν αξία να διατηρηθούν, όπως τα κεφάλαια Β.1, οι σελίδες 78-79 του Β.4, το Γ.2, Γ.3 και το Δ.1 (το Δ.4 είναι σημαντικό, αλλά διδάσκεται αναλυτικά και στο μάθημα της ιστορίας Γενικής Παιδείας). Αφήνω στην άκρη την επιλογή της παρούσας κυβέρνησης να αφαιρέσει την ιστορία του Πόντου από τη διδακτέα και εξεταστέα ύλη του μαθήματος, μια επιλογή καθαρά πολιτικού –ιδεολογικού χαρακτήρα (άραγε γιατί μας το ζήτησαν οι «φίλοι» μας οι Τούρκοι, ή εξαιτίας της εγνωσμένης εθνομηδενιστικής ιδεολογίας της παρούσας κυβέρνησης); Κρίνω ως λανθασμένη και παρωχημένη την επιλογή του Κρητικού ως του θέματος που καλύπτει τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας ή καλύτερα τα εθνικά ζητήματα. Αντ’ αυτού και λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η χώρα μας σήμερα, προτείνω την επαναφορά του βιβλίου «Θέματα Ιστορίας» των Νυσταζοπούλου –Πελεκίδου, Ε. Κωφού, Κ. Αιλιανού, Α. Αλεξανδρή, Π. Κιτρομηλίδη, Π. Ιωακειμίδη και Ι. Χασιώτη, που παλαιότερα υπήρχε ως μάθημα επιλογής στη Β΄ Λυκείου (και σχεδόν ποτέ δε διδασκόταν). Το βιβλίο αυτό περιέχει μια σειρά από σύγχρονα, ανοιχτά, κρίσιμα ζητήματα του ελληνισμού, η ιστορική εξέταση των οποίων κρίνεται απαραίτητη για τους Έλληνες εφήβους, ώστε να αντιληφθούν τη σημασία τους και να διαμορφώσουν κριτική άποψη για τη σύγχρονη αντιμετώπισή τους: Το Μακεδονικό Ζήτημα, Ελληνοαλβανικές Σχέσεις, Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Το Κυπριακό Ζήτημα, Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση, Ο Ελληνισμός της Διασποράς. Εξυπακούεται, πως για ορισμένα από αυτά, αν όχι για όλα, συνίσταται μια επικαιροποίηση της ύλης, ώστε να συμπεριλαμβάνονται οι εξελίξεις της τελευταίας 15ετίας. Σε κάθε περίπτωση, με εξαίρεση, ίσως, το κεφάλαιο του ελληνισμού της Διασποράς, η ύλη του συγκεκριμένου βιβλίου κρίνεται πολύ πιο κρίσιμη και σημαντική για τη διαμόρφωση κριτικής θέσης στα σύγχρονα προβλήματα του ελληνισμού σε σχέση με το βιβλίο που έχουμε σήμερα ως ιστορία κατεύθυνσης στη Γ΄ Λυκείου, με εξαίρεση το κεφάλαιο για την οικονομία. Προτείνω, λοιπόν, την αντικατάσταση του υπάρχοντος βιβλίου με το συγκεκριμένο της ομάδας Νυσταζοπούλου κ.α. –και με τη διατήρηση μόνο του κεφαλαίου της οικονομίας από το πρώτο – κίνηση που δε θα κοστίσει και τίποτα, μια και το βιβλίο αυτό ήδη υπάρχει, επομένως κερδίζουμε και χρόνο, μέχρι να γίνει εφικτή η συγγραφή ενός πιο σύγχρονου ή έστω επικαιροποιημένου εγχειριδίου.

 

Είμαι στη διάθεσή σας για περαιτέρω διευκρινίσεις και αν το επιθυμείτε, μπορείτε να δημοσιεύσετε το κείμενο στο ιστολόγιο «Ελευθερία και Γλώσσα».

 

Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος

εκπαιδευτικός Π.Ε. 02

Καβάλα